25/4/2021 marquee

622 σύλλογοι έως τώρα από 1635 συλλόγους, κοινότητες(communities), οικισμούς(χωριά, κωμοπόλεις, πόλεις) όλης της οικουμένης όπου ζουν απόγονοι του Μικρασιατικού Ελληνισμού

Παρασκευή 1 Ιανουαρίου 2021

13 Σεπτεμβρίου 1922 Ο τουρκικός στρατός ξεκινά τη σφαγή σε Μοσχονήσια και Αϊβαλί

 (26 Σεπτεμβρίου με το νέο ημερολόγιο) 



Μαρτυρία του Αϊβαλιώτη ΑΡΙΣΤΕΙΔΗ ΧΙΩΤΟΠΟΥΛΟ

Από το Αιβαλί στην Μυτιλήνη.

Σε μια στιγμή ήρθε εκεί αλαφιασμένος ο πατριώτης μας ο Χριστοδούλου και μας είπε: «Τι γλεντάτε; Έσπασε το μέτωπο». Τότε όλοι σταματήσαμε τη διασκέδαση και μας έπιασε μεγάλη ταραχή· οι γυ­ναίκες κλαίγαν και οι άντρες κλειδοστόμιασαν.

 Την άλλη μέρα ξημέρωνε το πανηγύρι της Παναγιάς, τα Εννιάμερα, και κά­ναμε σύσκεψη και αποφασίσαμε να γίνει τη νύχτα μουσική παρέλαση, όπως γινόταν πάντα, από τους κύριους δρόμους, για να μην πανικοβληθεί ο κό­σμος. Ελπίζαμε πως μπορούσε ο στρατός να ανασυνταχθεί και να μας προ­στατέψει ή και να σταματήσει κάπου η οπισθοχώρηση. Όσο περνούσαν οι μέρες τόσο και πιο χειρότερα τα μαθαίναμε. Εκείνοι που είχαν πολλά χρήματα ή δικά τους πλεούμενα φεύγαν.

  Οι πολιτικές και οι στρατιωτικές αρχές ετοιμάζονταν να φύγουν. Και το πιο χειρότερο ήταν όταν ήρθε ο ελληνικός στρατός από το Μπαλούκεσερ με τον Πρωτοσύγκελο. Φεύγαν με τα καράβια όσο μπορούσαν πιο γρήγορα αφήνοντας ό,τι σέρναν μαζί τους, ζώα και λογής λογής αποσκευές, στην παραλία μας. Η απελπισία μας τότε δεν είχε όριο.

 Την άλλη μέρα φύγαν όσοι στρατιωτικοί είχαν μείνει και οι δημόσιοι υπάλληλοι. Μάλιστα μας μίλησε ο λιμενάρχης και μας συμβούλεψε να μείνουμε στον τόπο μας και να προσπαθήσουμε να συμφιλιωθούμε με τους Τούρκους. Όσοι μπορούσαν, φεύγαν. Αρκετοί θέλαν να μείνουν, για να μη χάσουν τις περιουσίες τους. Σχημάτισαν τότε και πολιτοφυλακή για να τηρήσει την τάξη κι ακόμα να εμποδίσει όσους θέλαν να φύγουν. Μερικοί κατάφεραν και φύγαν κρυφά.

Πρόσφυγες από το Αϊβαλί (Μυτιλήνη 1922)
Πρόσφυγες από το Αϊβαλί (Κυδωνίες) στη Μυτιλήνη Σεπτέμβριος 1922

 Την τρίτη μέρα μπήκαν στην πόλη μερικοί Τσέτες, με επικεφαλής αξιωματικό, και μας βεβαίωσαν ότι θα ζήσουμε ειρηνικά. Και πράγματι τότε δεν έγινε καμιά βιαιοπραγία. Το τουρκικό ιππικό, που ερχόταν από την Πέργαμο, είχε άγριες διαθέσεις, αλλά όταν είδε ότι εμείς του ετοιμάζαμε υποδοχή, υποχώρησε. Στην είσοδο της πόλης, κοντά στον Άγιο Αντώνη, ήταν μαζεμένοι πολλοί από τους καλούς του τόπου, ο αείμνηστος Μητροπολίτης Γρηγόριος, ο Τούρκος Καδής και πολύς άλλος κόσμος με μουσική. Για να συναντήσει τον αρχηγό του ιππικού, ο αρχηγός των Τσετών ανέβη­κε στους μύλους και τον βεβαίωσε για τις καλές διαθέσεις των Αϊβαλιωτών και τον κατάφερε να μην επιβάλει τιμωρίες και περιορισμούς.

Μόλις μπήκε το ιππικό στην πόλη, ο κόσμος ησύχασε· μάλιστα μάζεψαν και παράδες και κάναν δεξίωση στους αξιωματικούς. Όσοι στρατιώτες κλέψαν και άρπαξαν, τιμωρήθηκαν από τους αξιωματικούς τους.

 Όταν όμως έφυγε το ιππικό και μπήκε στον τόπο μας το πεζικό, τότε άρχισαν τα βάσανα μας. Πρώτα πρώτα, ο νέος στρατιωτικός διοικητής έβγαλε διαταγή να μαζευτούνε από δεκαεπτά χρονών ώς σαράντα πέντε οι άνδρες, να τους στεί­λουν στο εσωτερικό για να ξαναφτιάξουν τα όσα χάλασαν οι Έλληνες που φεύγαν. Κάθε μέρα και μια συνοικία έπαιρνε τη διαταγή. Αυτό έγινε αφορμή να ξεριζω­θούν τρεις χιλιάδες νέοι από το Αϊβαλί. Πάρα πολύ λίγοι κατάφεραν να σωθούν.

 Ήρθε και η σειρά της συνοικίας μου· ετοίμασα το σακίδιο μου με εσώρουχα και παπούτσια, κι έπεσα να κοιμηθώ. Τότε σκέφθηκα ότι μπορούσα να μην παρουσιαστώ στον στρατολόγο, αφού ήμουν αντιπρόσοπος Γαλλικού Οίκου. Το πρωί πήγα σ' έναν Τούρκο δικαστικό υπάλληλο μου σύνταξε μια αίτηση για τον στρατιωτικό διοικητή, όπου έγραφα ότι έπρεπε να ειδοποιηθεί ο Γαλλικός Οίκος να στείλει άλλον εκπρόσωπος να παραλάβει την κινητή και ακίνητη περιουσία του και έπειτα να φύγω για να υπηρετήσω την Τουρκία. Την ίδια μέρα κιόλας στείλαν την αίτηση στον στρατιωτικό διοικητή. Αυτός με ρώτησε αν είχαμε στο Αϊβαλί γαλικό προξενείο. Όταν τον βεβαίωσα γι' αυτό, μου είπε να καλέσω τον πρόξενο.

 Πράγματι πήγε ο πρόξενος, εξέθεσε την κατάσταση και συγκατατέθηκε ο διοικητής να μείνω στη θέση μου, έως ότου με αντικαταστήσουν. Έπειτα από μερικές άλλες διατυπώσεις πήρα χαρτί να μην στρατολογηθώ, κρέμασα στο σπίτι μου γαλλική σημαία και μπορούσα ελεύθερα να βγώ όξω και να μαθαίνω τι γινόταν.

 Στο μεταξύ έρχονταν ατμόπλοια από τη Μυτιλήνη ελληνικά με αμερικανική σημαία για να πάρουν τα γυναικόπαιδα και όσους άνδρες είχαν μείνει. Οι τούρκοι τους άφηναν να πάρουν μοναχά ό,τι μπορούσαν να κρατήσουν στα χέρια τους. Πριν μπαρκάρουν, τους γύμνωναν και τους ψάχναν έναν-ένα. Τα καράβια πήγαν και ήρθαν πολλές φορές και μετάφεραν τον πληθυσμό. Από τους τελευταιους έφυγαν και οι δικοί μου. Τόση ήταν η συγκίνηση που με άφηναν, ώστε λυπήθηκε ο Αμερικανός αξιωματικός που παρακολουθούσε και παρακάλεσε τους Τούρκους να με αφήσουν. Αυτοί αρνήθηκαν, γιατί ήμουν στην προστασία των Γάλλων και είπαν ότι θα με ζητούσαν.

 Τη μέρα που θα 'φευγε η οικογένεια μου, η γυναίκα μου πήγε στη Μητρόπολη ν' αποχαιρετήσει τον αείμνηστο Μητροπολίτη Γρηγόριο. Αυτός της είπε ότι ετοιμάστηκε, γιατί οι Τούρκοι τον ειδοποίησαν ότι θα τον στείλουν στην Μυτιλήνη, και σκόπευε να πάρει μαζί του και την εικόνα της Θεοτόκου. Την άλλη μέρα μάθαμε ότι πήραν τον Μητροπολίτη με όλους τους παπάδες των έντεκα εκκλησιών και πιο πέρα από το μοναστήρι του Αγίου Νικολάου, προς το περιβόλι του πατριώτη μας Πετρίδη, θάψαν ζωντανό τον Μητροπολίτη ύστερα από βασανιστήρια. Για τους παπάδες δεν μάθαμε τίποτε. Φαίνεται πως κι αυτοί είχαν την ίδια τύχη. Φαίνεται πως αρχικά δεν θέλαν να πάρουν τον πληθυσμό, για να μη δημιουργηθεί προσφυγικό ζήτημα. Ευτυχώς που σ' αυτό δεν συμφώνησαν. Ο κόσμος του Μοσχονησιού μεταφέρθηκε στο εσωτερικό και μόνο δυο-τρία κορίτσια γλίτωσαν και απ' αυτές μάθαμε το τι έτρεξε μετά από χρόνια.

 Μαρτυρία του Αϊβαλιώτη ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΜΠΙΜΠΕΛΑ

 Η παραίνεση των ανώτερων αξιωματικών ήταν να εγκα­ταλείψει ο πληθυσμός την πόλη και να εγκατασταθεί στη Λέ­σβο για δεύτερη φορά, μια και οι νέ­οι κατακτηταί Τούρκοι θα εφάρμο­ζαν αντίποινα. Η Δημογεροντία όμως του Αϊβαλιού με πρόεδρο τον αείμνηστο Δεσπότη Γρηγόριο, μη ξέροντας πως η Σμύρνη παραδόθη­κε πρώτη στις φλόγες και οι Έλλη­νες κάτοικοι της σε νέο ξεριζωμό, γιατί είχε κοπεί η τηλεγραφική επι­κοινωνία, πήρε την απόφαση όχι μό­νο να μη φύγει ο πληθυσμός, έχοντας υπόψη τις ταλαιπωρίες του πρώτου διωγμού στη Λέσβο, ως ελαφρυντι­κό, μα να υποδεχθεί τον κατακτητή, με την ελπίδα πως έτσι θα προλείαι­νε ένα έδαφος, που θα μπορούσε να νομισθεί μια συμβίωση έστω δούλου προς αφέντη.

 Έτσι την ημέρα που είχε ορισθεί η υποδοχή του τουρκικού στρατού, κό­σμος πολύς, με λάβαρα, μουσικές και μ' επικεφαλής τους προύχοντες και τον Δεσπότη Γρηγόριο υποδεχθήκαμε τους κατακτητές. Ο τακτικός τουρκικός στρατός, αυτός ο ίδιος που ελεηλάτησε και έκαψε τη Σμύρνη, παρήλασε μπρος από όλους μας, που φωνάζαμε «Γιασασίν» (Ζήτω), με πο­λύ ειρηνικές διαθέσεις, ενώ πίσω απ' τη φαινομενική αυτή όψη κρυβόταν η ύπουλη στάση, που εκδηλώθηκε λίγο αργότερα.

 Την ίδια βραδιά δόθηκε μεγάλος χορός στο καφενείο του Κανέλλου, το μοναδικό κέντρο, με τη με­γάλη του αίθουσα. Οι προύχοντες και ο κόσμος πίστεψε προς στιγμήν πως ορθά σκέφθηκαν να μην εγκαταλείψει ο πληθυσμός την πόλη. Αλλά τα γε­γονότα δεν άργησαν να αποδείξουν την πραγματική πρόθεση.

 Την πρώ­τη Κυριακή της καταλήψεως ο τουρ­κικός στρατός, στο κεντρικό παζάρι, πουλούσε διάφορα αντικείμενα — άμφια ιερατικά, σταυρούς κ.λπ. — και κανείς δεν είχε ιδέα πως τα αντικείμενα αυτά προέρχονταν απ' τη καταστραφείσα Σμύρνη, γιατί δεν υπήρξε τρόπος να γίνει γνωστό το γεγονός αυτό. Υποψία μόνο πως όλα τούτα είχαν ελληνική προέλευση. Αυτός ο στρατός σε λίγες ημέρες μετεκινήθη προς το Αδραμύττι, το οποίο και κατέστρεψε, όπως μάθαμε αργότερα στη Λέσβο και κατέσφαξε τον πληθυσμό του στο επίνειο του το Ακτσάι.

Ο νέος Διοικητής με ένα σύνταγμα εγκαταστάθηκε στο Αϊβαλί. Τίποτε δεν μαρτυρούσε τις ολέθριες προθέσεις του, που δεν άργησαν να εκδηλωθούν. Κι ως πρώτη ήταν η διαταγή του: Ο στρατός θα επισιτιζόταν ο τον πληθυσμό.

Όλα τα αρτοποιεία εργάζονταν για λογαριασμό του κατακτητού και οι δαπάνες εβάρυναν τον πληθυσμό. Το λιμάνι αποκλείσθηκε και κάθε πλεούμενο τραβήχτηκε στην ξηρά. Οι ενέργειες αυτές θορύβησαν τους Δημογέροντες και τον λαό. Κάποια σκοτεινή νύχτα μαζεύτηκαν όλες οι πυροσβεστικές αντλίες και γεμίσαν με βενζίνη. Καταφανής η πρόθεση να κάψουν την πόλη. Ευτυχώς τη θεία χάριτι, απεφεύχθη ο όλεθρος, αυτό, γιατί όπως διαδόθηκε έδωσε διαταγή ο Κεμάλ, επειδή ο πληθυσμός συμπεριφέρθηκε ευγενώς στον κατακτητή και τον υποδέχθηκε με φιλικές διαθέσεις, με σημαίες και λάβαρα.

Είναι γνωστή η τουρκική λυκοφιλία. Τα απαίσια προαισθήματα άρχισαν να δημιουργούν τα προγνωστικά της αύριον. Κι αυτά δεν άργησαν δηλωθούν.

 Λόγω της ιδιότητας μου σαν Γραμματέα της Εφορείας Σχολείων Κυδωνιών έχω προσωπική αντίληψη των εξελιχθέντων γεγονότων και τα ιστορώ ως τα πιο έγκυρα και ακριβή.

Ένα πρωί εισβάλλει στον περίβολο της Ιεράς Μητροπόλεως Κυδωνιών, που ήταν η εκκλησία και ο μητροπολιτικός οίκος και κάτω απ' αυτόν, τα γρα­φεία της Δημογεροντίας και της Εφορείας των Σχολείων (υπάλληλοι οι Στ. Σαμαλτάνης, Π. Μπιμπέλας, ο ληξίαρχος Ιωάν. Τζανέλλης και ο γραμμα­τέας Ηλ. Μέλλος), ένας Τούρκος ιππέας, ζητώντας τον Δεσπότη. Το απότομο ύφος του μαρτυρούσε κάτι το έκτακτο και σοβαρό. Ειδοποί­ησα αμέσως τον αείμνηστο ιεράρχη. Αυτός δε από το παράθυρο εις τουρκικήν γλώσσαν διέταξε τον ιππέα να αφιππεύσει, λέγοντας πως έπρεπε να έχει υπόψη του πως μπαίνει σε ιερό έδαφος και ότι αποτείνεται σε στρατη­γό. Πράγματι δε αυτός συμμορφώθηκε χωρίς αντίρρηση και εις στάσιν προ­σοχής λέγει στον Δεσπότη πως τον περιμένει στο γραφείο του ο Τούρκος Κολορτού (στρατηγός).

 Σε λίγο πράγματι, πεζή ο Δεσπότης επισκέφθηκε το γραφείο του στρατηγού. Η είδησις κατεθορύβησε κι εμάς σαν προσωπι­κό και τον λαό του Αϊβαλιού. Τα προαισθήματα απαίσια! Η επίσκεψη αυτή κράτησε τρεις ώρες περίπου, αρκετές για να κορυφώσουν την αγωνία. Όταν επέστρεψε ο Δεσπότης στη Μητρόπολη ήταν χλωμός και σωστό ράκος. Κάθησε στον καναπέ του γραφείου μου και με σβησμένη φω­νή και συγκεκομμένες λέξεις μας εξιστόρησε πως ο Τούρκος στρατηγός τού συμπεριφέρθηκε σκαιότατα και τον διέταξε αμέσως να κοινοποιήσει διά κη­ρύκων (ντελάληδων) και τοιχοκολλήσεων επιστράτευση του άρρενος πλη­θυσμού από 16-46 ετών σαν πολιτικούς ομήρους, για να εργαστούν στα τάγ­ματα εργασίας για την ανέγερση της Μαγνησίας, την οποία είχε καταστρέ­ψει ο υποχωρών ελληνικός στρατός. Καθαρή παγίδα.

 Μέσα στον περίβολο της Ι. Μητρο­πόλεως γινόταν η παρουσίαση των στρατευομένων τους οποίους εγώ ο ίδιος κατέγραφα σε ιδιαίτερες καταστάσεις εις διπλούν, η μία των οποί­ων συνόδευε τους παρουσιαζόμενους συμπατριώτας μου μαζί με απόσπα­σμα στρατού στη μεγάλη πορεία ημε­ρών για τη Μαγνησία. Κάθε μέρα έφευγε κι από μια αποστολή από 300-500 άτομα. Στον υποφαινόμενο ανέ­θεσε η τουρκική υπηρεσία το έργο αυ­τό και σαν διάκριση της υπηρεσίας με υποχρέωσαν να φορώ μια κόκκινη κορδέλα στο αριστερό μανίκι. Ανύποπτος εκτελούσα το υποχρεω­τικό αυτό έργο και κατέγραψα χιλιά­δες φίλους, παλιούς συμμαθητές και συμπατριώτες μου, με την υπόσχεση πως άμα τελείωνε το έργο μου αυτό, θα τους συναντούσα όλους στη Μα­γνησία, όπως πίστευε ο πληθυσμός των 30.000 κατοίκων της πόλεως.

 Εντελώς απρόοπτα ένα πρωί μπήκαν δυο-τρία βαπόρια στο λιμάνι. Τα σκά­φη ήταν ελληνικά αλλά το πλήρωμα Αμερικανοί ναύτες. Ο Τούρκος στρατηγός επέτρεψε την αναχώρηση των γυναικόπαιδων και των γερόντων από ένα σημείο μόνον της προκυμαίας και με όσα εφόδια θα μπορούσε να σηκώσει κανείς στον ώμο του. Αλλά προ της επιβιβάσεως προηγείτο πορεία ενός χιλιομέτρου και λεπτομερής έλεγχος των απο­σκευών. Ο έλεγχος ήταν αυστηρός, κυρίως για χρυσαφικά και χρυσά νο­μίσματα. Πανέρια ολόκληρα γέμιζαν και άδειαζαν και αφού τέλειωνε και το μαρτύριο αυτό, ο κόσμος στοιβαζό­ταν σαν πρόβατα στα σκάφη για να μεταφερθεί στη Λέσβο, στην Κρήτη και σ' άλλα μέρη της Ελλάδος. Μέσα στον συρφετό τούτον και στη χαλαρή κάπως επίβλεψη των Τούρ­κων σκοπών της προκυμαίας μπόρε­σαν να σωθούν στις αρχές πολλοί στρατεύσιμοι άνδρες, που, δωροδοκώντας τους φρουρούς, πηδούσαν πάνω στα καράβια.

 Ένα όμως γεγονός μια παράφρονη πράξη ενός Κυδωνιάτη, Αλαμΐα το όνομα, ήρθε να ανατρέψει τα πάντα και να γίνει αφορμή ώστε να σφίξει ο κλοιός των φρουρών.

Αυτός, μόλις ανέβηκε στο βαπόρι ενώ ακόμα δεν είχε απομακρυνθεί απο την προκυμαία, σχίζει από ενθουσιασμό το φέσι του παρουσία των Τούρκων αξιωματικών που επέβλεπαν την επιβίβαση των γυναικόπαιδων. Όχι μόνο τον σκότωσαν για τη βέβηλη πράξη, όπως θεωρήθηκε το σχίσιμο ενός ιερού καλύμματος, μα διαμαρτυρήθηκαν στις αμερικανικές αρχές των καραβιών και έτσι απέκτησαν το δικαίωμα να κάνουν οι τουρκικές αρχές έρευνα και μέσα στα βαπόρια.

Αυτό υπήρξε η καταστροφή των στρατευσίμων, γιατί χιλιάδες στρατεύσιμοι ανακαλύφθηκαν κάτω απ' τα φουστάνια των γυναικών μέσα στα καράβια και χιλιάδες συνελήφθησαν και σύρθηκαν έξω και ή στάλθηκαν στην ομηρεία ή σκοτώθηκαν σε απόκεντρα μέρη.

 Έτσι από τη μια μεριά φόρτωναν στα βαπόρια το έμψυχο υλικό που θα σκόρπιζαν προσφυγικά ράκη σε όλη την Ελλάδα αύριο κι απ' άλλη μόνος εγώ «Κιατίπς», γραφιάς εγώ, εξακολουθούσα το άχαρο έργο της καταγραφής των συμπατριωτών μου για τα τάγματα της εργασίας. Πιστεύοντας κι εγώ στη χοντρή φάρσα, κατέβαλα κάθε προσπάθεια να εμψυχώνω με λόγια αυτά τα παραπλανημένα πρόβατα προς σφαγή με λόγια παρηγοριάς.

Ένα απόγευμα τελείωσε η καταγρα­φή μιας μικρής αποστολής από 200 περίπου ομήρους. Έφυγαν με τη συ­νοδεία του αποσπάσματος και μη έχοντας άλλη εργασία, καθυστέρησα κάπως για την τακτοποίηση των κα­ταστάσεων. Είχε όμως νυκτώσει καλά και ετοιμαζόμουν να κλειδώσω το γρα­φείο, οπότε αντιλαμβάνομαι βήματα βαριά πολλών ατόμων μέσα στον αυ­λόγυρο της Ι. Μητροπόλεως.

 Μόλις συνήλθα από την έκπληξη, παρετήρησα πως ήταν το τουρκικό απόσπα­σμα που πριν από δύο ώρες συνόδε­ψε την αποστολή των ομήρων. Μα στα χέρια τους κρατούσαν ο καθένας κι από 3-4 ζεύγη παπούτσια. Περίεργο, είπα μόνος, πού τα βρήκαν; Δεν άρ­γησε όμως η σκέψη να εργασθεί και να καταλήξει στο θετικό συμπέρασμα πως οι δυστυχείς όμηροι σκοτώθηκαν έξω από την πόλη απ' το τουρκικό απόσπασμα, πως τους λήστεψαν ό,τι είχαν οι δυστυχείς, μέχρι και τα πα­πούτσια τους ακόμα. Και τότε το με­γάλο ψέμα αποκαλύφθηκε περί δήθεν ανοικοδομήσεως της κατεστραμμέ­νης Μαγνησίας. Ήταν όμως αργά πια, γιατί ελάχιστοι απέμειναν για τον σταυρό του μαρτυρίου, μεταξύ των οποίων και ο υποφαινόμενος· το γε­γονός ανέφερα μόνο στον Δεσπότη και το απέκρυψα από την οικογένεια μου, γιατί στο άκουσμα δεν θα έφευ­γε με το προτελευταίο βαπόρι. Θεία χάριτι, την τελευταία στιγμή βρέθηκα στο τελευταίο βαπόρι και σώθηκα από φρικτό θάνατο, όπως έμαθα τυχαίως από ένα συμπατριώτη μου (Παν. Ριζάκη), ο οποίος εζήτησε άδεια λόγω ασθενείας του να μην υποστεί την τα­λαιπωρία του ελέγχου, αλλά να επιβι­βαστεί του ατμόπλοιου απευθείας και άκουσε τον στρατηγό, ωρυόμενο, να ζητεί να με παρουσιάσουν ζωντανό ή πεθαμένο, γιατί με προόριζε στον μαρτυρικό θάνατο, να με θάψουν ζωντανό, για να παραδώσω τα αρχεία της Εθνικής Αμύνης.
Ίσως δε να είναι και αυτός ο λόγος που σήμερα κατεδαφί­στηκε, όπως ξέρουμε, και η εκκλησία και το μητροπολιτικό μέγαρο στις Κυ­δωνιές, ενώ όλα τα άλλα κτίρια παρα­μένουν ανέπαφα.

 Όσοι δεν πρόλαβαν να φύγουν — ελά­χιστοι — οδηγήθηκαν στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας, ενώ οι άρρενες εξετελέσθησαν σε μια μεγάλη χαράδρα ή και καθ' οδόν,ενώ όσοι θα επέζη­σαν, θα βρίσκονται στα βάθη της Ασίας χωρίς ποτέ να υπάρξουν ειδή­σεις γι' αυτούς. Γεγονός δε είναι ότι η πόλη των Μοσχονησίων δεν πρόλα­βε να σωθεί γιατί όλο της τον πληθυ­σμό, άρρενες και θήλεις, τον εξετέλεσαν με πολυβόλα λίγα χιλιόμετρα μα­κριά από την πόλη μέσα σε μια νύχτα. Η πληροφορία είναι ακριβής από ένα - δυο διασωθέντας. Επίσης ακριβής είναι η τραγική τύχη του κλήρου των Κυδωνιών. 35 περί­που παπάδες, με επικεφαλής τον μαρ­τυρικό και Άγιο Δεσπότη Γρηγόριον, οδηγήθηκαν σε εξαντλητική πορεία δερνόμενοι καθ' οδόν. Έξω του τουρ­κικού χωριού Αγιασμάτι τα τουρκόπαιδα ελυντσάρισαν κατά τον φρικτότερο τρόπο με πέτρες και μαχαί­ρας τους περισσοτέρους από αυτούς.

 Για τον ηρωικό Δεσπότη Γρηγόριο επεφύλαξαν τον θάνατο, να τον θάψουν ζωντανό, αλλά δύο λεπτά προ της τα­φής του και μόλις είδε τον ανοικτό λάκκο έπαθε συγκοπή και έτσι δεν εδοκίμασε τη φρίκη του μαρτυρίου ο σεπτός ιεράρχης. Οι υπόλοιποι κα­τακρεουργήθηκαν απ' τους Τούρκους κατοίκους διαφόρων χωριών. Έτσι έκλεισε το δράμα της μαρτυρι­κής πόλεως των Κυδωνιών, ο δε πλη­θυσμός της, χωρίς το άνθος της νεότητος που οδηγήθηκε προς τον θά­νατο τόσο ύπουλα, σκορπίστηκε σε όλη την Ελλάδα πρόσφυγες. Μεταξύ των ελαχίστων διασωθέντων συμπεριλαμβάνεται και ο υποφαινόμενος επιβιβασθείς στο τελευταίο βαπόρι εντελώς απροσδόκητα, χάριτι θεία, την τελευταία στιγμή του απόπλου, διά δωροδοκήσεως των φρουρών της προκυμαίας.


 
Ο Μοσχονησίων Αμβρόσιος
Τον έθαψαν ζωντανό

Άλλον ιεράρχη, τον Μοσχονησίων Αμβρόσιο, τον έθαψαν ζωντανό, μαρτύριο που το επιφύλαξαν και σε πολλούς Έλληνες κληρικούς και ιερωμένους. Ο Χρήστος Αγγελομάτης χαρακτηρίζει τον Αμβρόσιο ως έναν από τους ηρωικότερους ιεράρχες και Νεομάρτυρες της Εκκλησίας και σημειώνει:
«Την ημέρα ακριβώς της εορτής του Σταυρού, διετάχθη από τους καταλαβόντας τα Μοσχονήσια ο εκτοπισμός του πληθυσμού. Δεν θα έμενε κανείς εις το Μοσχονήσι. Θα οδηγούντο όλοι εις το εσωτερικόν, από του μητροπολίτου Αμβροσίου μέχρι και του τελευταίου βρέφους. Η διαταγή κανένα δεν εξήρει.
Από όλον αυτόν τον πληθυσμόν έστω και ένας δεν εσώθη, ώστε να δώσει πληροφορίας δια το μαρτύριον των έξι αυτών χιλιάδων. Βέβαιον μόνον είναι ότι όλος αυτός ο κόσμος εξουθενώθη και εθανατώθη μέσα εις ένα πρωί, με πρώτον τον μητροπολίτην Αμβρόσιον, τον οποίον έθαψαν ζωντανόν διότι υπήρξε καλός ποιμήν, καλός 'Ελλην.
Άλλους ιερωμένους τους πετσόκοψαν κομμάτι κομμάτι, άλλους τους διαπόμπευσαν και τους διέσυραν και άλλους τους κρεμούσαν. Ο θάνατος χωρίς μαρτύρια αποτελούσε εξαίρεση σπάνια. Θάλεγε κανείς ότι το ράσο γνώρισε όλη την εκδικητική μανία του βάρβαρου κι αλλόπιστου επιδρομέα.


 
Ο Κυδωνιών Γρηγόριος

Ο Κυδωνιών Γρηγόριος, γράφει ο Ακαδημαϊκός Ηλίας Βενέζης, Μι-κρασιάτης κι αυτός που γνώρισε ο ίδιος τα μαρτύρια των Τούρκων, ο Γρηγόριος έμεινε στην πόλη με τα γυναικόπαιδα, έκανε ό,τι του περνούσε για τη σωτηρία του ποιμνίου του.
Όπως και στο Μοσχονησίων Αμβρόσιον, ετοίμαζαν και στον Γρη-γόριο Κυδωνιών το ίδιο μαρτυρικό τέλος, σκόπευαν να τον θάψουν ζωντανό. «Εσένα μπουγιούκ παπάζ, μπουγιούκ εντεψίζ (αρχιπαπά, αναιδέστατε), δεν θα σε σφάξω, γιατί ξέρεις πόσο σ' αγαπώ» του είπε ο Τούρκος υπολοχαγός που τον συνέλαβε. Δεν εκπλήρωσε όμως το άνομο σχέδιο του, γιατί ο Γρηγόριος ξεψύχησε πριν τον ενταφιάσουν...

 
Μαρτυρία HΛΙΑ ΒΕΝΕΖΗ. Το τραγικό τέλος του Μητροπολίτη Γρηγορίου και των Ιερέων των Κυδωνιών. 


«Ο Κυδωνίων Γρηγόριος έμεινε στην πόλη με τα γυναικόπαιδα, έκανε ό,τι του περνούσε για τη σωτηρία του ποιμνίου του, διαβήματα εκκλήσεις προς τους Τούρκους, νομίζοντας πως ακόμα το κύρος της Εκκλησίας, τα προνόμια τα σουλτανικά, είχαν σημασία. Σε λίγες μέρες άρχισαν να φτάνουν στο λιμάνι βαπόρια με αμερικανική σημαία, να παραλάβουν τα γυναικόπαιδα.

Οι Τούρκοι είπαν στην αρχή:

«Η άδεια της αναχωρήσεως ισχύει μόνο για 24 ώρες. Όσοι δεν προλάβουν να φύγουν, θα μεταφερθούν στο εσωτερικό της Ανατολής!».

 Ο Δεσπότης πήγε και βρήκε τον Τούρκο φρούραρχο. Είχε πάντα το κουράγιο να μιλά αυστηρά, αν και μάντευε το τέλος που τον περίμενε. Διαμαρτυρήθηκε: πόσοι προλαβαίναν να μπαρκάρουν σε 24 ώρες με τα λίγα μέσα που υπήρχαν;… Επέστρεψε στη Μητρόπολή του κατώδυνος την ψυχήν:
«Φύγετε όλοι αμέσως! Ο σώζων εαυτόν σωθήτω!».

Του είπαν να ετοιμασθή να φύγη και εκείνος. Αρνήθηκε:

«Εφόσον και ένας ακόμη εκ των πιστών του ποιμνίου μου ευρίσκεται εδώ, θα μείνω και εγώ».

Την 30 Σεπτεμβρίου του 1922 οι Τούρκοι ορίσανε ως ημέρα που θα επέτρεπαν και στους παπάδες των ένδεκα μεγάλων εκκλησιών του Αϊβαλιού να φύγουν. Ο Δεσπότης πάλι είπε:

«Εγώ είμαι υποχρεωμένος να μείνω».

Επειδή έμεναν ακόμη χριστιανοί στην πόλη. Και είχε γνωσθεί η τελευταία αγριότητα. Όταν οι Τούρκοι μάζεψαν τους άντρες από 18-45 ετών και τους σκοτώσανε έξω απ’ την πόλη, είχαν εξαιρέσει από αυτή την ομαδική στρατολογία και σφαγή τα σινάφια: τους επαγγελματίες, τους φουρναραίους, τους χτίστες, τους μαραγκoύς. Ο διευθυντής της αστυνομίας τους κάλεσε όλους να παρουσιαστoύνε. Τους πήγαν σ’ ένα λόφο λεγόμενο «Mπογιά» και τους σκότωσαν με τσεκούρια. Ένας μόνο γλύτωσε και είπε το τι έγινε.

 Τέλος, πιάσαν τον Δεσπότη και τους παπάδες. Ύστερα από τέσσερις μέρες φυλακή και βασανιστήρια, τους σηκώσανε και τους οδήγησαν έξω από την πόλη... Τους γυμνώσανε, τους δέρνανε, τους βιάζανε να περπατούν ξυπόλυτοι...
Ήμουν με την προτελευταία αποστολή σκλάβων που οι Τούρκοι οδηγούσανε στο εσωτερικό της Aνατολής. Γυμνοί, πεινασμένοι, διψασμένοι, καταματωμένοι, είχαμε φτάσει στην Πέργαμο. Μας ρίξαν σε μιαν αποθήκη. Την άλλη μέρα, κατά το μεσημέρι, άνοιξε η πόρτα και μπήκε ένα νέο κοπάδι σκλάβων. Ήταν, σε αξιοθρήνητη κατάσταση, οι παπάδες του Αϊβαλιού: αλλοσούσουμοι, καταματωμένοι κι αυτοί, με ξεσκισμένα ράσα, πεινασμένοι, ξυπόλυτοι, άγριοι απ’ τη μαρτυρική πορεία. Ο Κυδωνίων Γρηγόριος, αν και είχε ξεκινήσει μαζί τους, δεν έφτασε στην Πέργαμο. Έξω απ’ το Αϊβαλί οι Τούρκοι τον ξεχωρίσανε μαζί με μερικούς άλλους απ’ το κοπάδι και τον παραδώσανε σ’ ένα απόσπασμα εκτελεστικό που είχε, εκτός απ’ τα όπλα και φτυάρια. Οι άλλοι οι παπάδες συνεχίσανε το δρόμο. Σαν πέρασε λίγη ώρα, ακούσανε πίσω τους ντουφεκιές. Το απόσπασμα ενώθηκε μαζί τους αργότερα. Ένας Τούρκος του αποσπάσματος είπε:

«Τον Δεσπότη τον θάψαμε ζωντανό. Οι ντουφεκιές ήταν για τους άλλους».

 Απ’ την Πέργαμο συνεχίσαμε τη μαρτυρική πορεία προς το εσωτερικό της Ανατολής, μαζί με τους παπάδες. Έξω απ’ την Πέργαμο σκότωσαν τον γερο-ιερέα της ενορίας μας, που δεν μπορούσε να βαδίση. Τον παραδώσανε στον όχλο – στους πολίτες και στα παιδιά – που παρακολουθούσαν τη θλιβερή θεωρία. Κι ο όχλος τον σκότωσε μπρος στα μάτια μας με λιθοβολισμό. Φτάσαμε στο Κιρκαγάτς. Εκεί, τη νύχτα οι Τούρκοι ξεχώρισαν τους παπάδες και τους πήραν δεμένους να τους πάνε στο Αξάρι. Μάθαμε αργότερα πως τους σκότωσαν όλους στο δρόμο. Από 3.000 άνδρες που πιάσανε οι Τούρκοι στο Αϊβαλί, τον ανθό του πληθυσμού, σωθήκαμε και φτάσαμε, ύστερα από, δεινά πολλά, στην Ελλάδα είκοσι τρεις ψυχές (αριθμός 23).

Αυτή τη μαρτυρία καταθέτω για την Ορθοδοξία της Μικρασίας, πoυ έδιδε αγίους και μάρτυρες ταπεινούς και αφανείς, επειδή τους, οδηγούσε ένα μόνο: η πίστη και το χρέος».

(Ηλία Βενέζη, Μικρασία χαίρε, σελ. 45].

 Ο ΜΑΡΤΥΡΙΚΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ του ΚΥΔΩΝΙΩΝ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ

Έτσι το δράμα των κατοίκων των Κυδωνιών άρχισε στις 22 Αυγούστου 1922, όταν άτακτος τουρκικός στρατός κατέσφαξε κοντά στην κωμόπολη Φράνελι του Άδραμυττηνού Κόλπου περίπου 3.000 Έλληνες κατοίκους των Κυδωνιών.

Ό μητροπολίτης Γρηγόριος, παρά τους εξευτελισμούς πού ύφίστατο από τις τουρκικές αρχές, τις επισκεπτόταν και αγωνιζόταν να σώσει και να θρέψει το ποίμνιο του. Όταν δε στις 15 Σεπτεμβρίου πληροφορήθηκε τη σφαγή του μητροπολίτη Μοσχονησίων Αμβροσίου και των 6.000 κατοίκων τους από τους Τούρκους, ο Γρηγόριος αγωνίστηκε υπεράνθρωπα και κατόρθωσε να συγκατατεθούν οι Τούρκοι να έλθουν ελληνικά πλοία από τη Μυτιλήνη με αμερικανική σημαία και με την εγγύηση του Αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού και να παραλάβουν 20.000 Έλληνες από τις 35.000 πού κατοικούσαν τις Κυδωνιές. Ό Γρηγόριος αρνήθηκε να αναχωρήσει και στις 30 Σεπτεμβρίου οι Τούρκοι τον συνέλαβαν και τον φυλάκισαν.

Στη φυλακή βασανίστηκε φρικτά και στις 3 'Οκτωβρίου, μαζί με άλλους Ιερείς και προκρίτους των Κυδωνιών πού είχαν επίσης συλληφθεί και συγκακουχούμενος ο ίδιος με εκείνους που είχαν απομείνει, οδηγήθηκε μαζί τους σε εκτόπιση. Κάπο εξω από την πόλη και, ενώ οι Τούρκοι είχαν σκάψει και ετοιμάσει λάκκο για να τον θαψουν ζωντανο όπως τον Μητροπολίτη Μοσχοννησίων, ξεψύχησε από εγκεφαλικό επεισόδιο και «ετελειώθη» ως νεομάρτυς στις 3 Οκτωβρίου του 1922.

Πηγές/Άντληση Πληροφοριών

ΓΙΑΝΝΗΣ ΛΟΥΚΑΣ www.facebook.com/groups/Kydonies/posts/10153647258508324/ ΑΙΒΑΛΙ ΟΣΟΙ ΕΧΟΥΝ ΚΑΤΑΓΩΓΗ

Αλέκα Λεώνη https://www.ksipnistere.com/2016/10/blog-post_50.html

www.zoiforos.gr/index.php/afieromata/e8nika/mikrasia/item/5542-το-κορυφαίο-έγκλημα-του-πολιτισμού

https://proskynitis.blogspot.com/2015/10/3-1922.html  

 

 

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Επειδή οι σύλλογοι που έχουν μπει στον κατάλογο αυτό είναι 622(και αναμένεται να προστεθούν αρκετοί περισσότεροι) είναι πιθανό να πρέπει να γίνουν διορθώσεις, προσθέσεις, αλλαγές στοιχείων.
Κάντε το στα σχόλια.

ΠΗΓΕΣ: Για 162 συλλόγους η συλλογή των στοιχείων έγινε από το mikrasiatis.gr, τον Σύλλογο Μικρασιατών Καλαμάτας(http://www.psaradelli.gr/mikrasiateskalamatas/syllogos.htm) και για τους υπόλοιπους από την αναζήτηση στο διαδίκτυο.
Το λογότυπο το «δανείστηκα» από το σήμα του συλλόγου Μικρασιατών Ανατολικής Φθιώτιδας.


Ένας απλός Μικρασιάτης μη επώνυμος με ονοματεπώνυμο. Καραγιαννάκης Χρήστος